Από την αλλαγή ηγεσίας το 2015 μέχρι σήμερα, το μεγάλο κεντροαριστερό κόμμα της Βρετανίας δυσκολεύεται να επιδιορθώσει το ρήγμα στο εσωτερικό του, παρότι η έξοδος από την Ε.Ε. μοιάζει να ευνοεί το αριστερόστροφο πρόγραμμά του
Τίποτα δεν αποτυπώνει καλύτερα την κρίση που αντιμετωπίζουν οι Εργατικοί από την προτροπή του πρώην αρχηγού τους και πρωθυπουργού, Τόνι Μπλερ, να ρίξουν οι υποστηρικτές του κόμματος την ψήφο τους υπέρ των Συντηρητικών ή των Φιλελευθέρων, προκειμένου να αυξήσουν τον αριθμό των βουλευτών που θα μπορούσαν να προκρίνουν το σενάριο του «απαλού» έναντι του «σκληρού» Brexit. Η απάντηση του νυν ηγέτη των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, ήταν άμεση και σαφής. «Στις 9 Ιουνίου θα έχουμε είτε κυβέρνηση Εργατικών είτε κυβέρνηση Συντηρητικών. Αν θέλετε το Brexit να χρησιμοποιηθεί για να γίνει η Βρετανία φορολογικός παράδεισος, με χαμηλά εισοδήματα, ψηφίστε Τόρηδες. Αν θέλετε μια Βρετανία για τους πολλούς και όχι για τους λίγους μετά το Brexit, ψηφίστε Εργατικούς. Η επιλογή είναι σαφής», έγραφε η απαντητική ανακοίνωση.
Ήταν η πολλοστή φορά που η συρρικνωμένη Κεντροαριστερά που εκπροσωπεί ο Τόνι Μπλερ ερχόταν σε σύγκρουση με την αριστερή πτέρυγα που εκπροσωπεί ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ο οποίος έχει αναλάβει την ηγεσία των Εργατικών από τις εσωκομματικές εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015. Καταγόμενος από την αριστερή «συνδικαλιστική» πτέρυγα του κόμματος και αναθρεμμένος κομματικά από το ιστορικό στέλεχος των Εργατικών Τόνι Μπεν, ο Κόρμπιν έχει θορυβήσει από την αρχή τους «μπλερικούς», η δημοφιλία των οποίων έχει καταρρακωθεί εδώ και σχεδόν μία δεκαετία, με αποτέλεσμα απανωτές εκλογικές ήττες τόσο υπό την ηγεσία του Γκόρντον Μπράουν το 2010 όσο και υπό τον Εντ Μίλιμπαντ το 2015.
Τα δείγματα ότι η «δεξιά» πτέρυγα, που απαρτίζεται από τους «μπλερικούς», δεν θα καλοδεχόταν την αλλαγή ηγεσίας και πλεύσης του κόμματος ήταν εμφανή από την αρχή. Ίσως ήδη από την περίοδο πριν από τις εσωκομματικές εκλογές του 2015. Όταν, δηλαδή, ο Τόνι Μπλερ υπέγραφε άρθρο στον «Guardian» εκλιπαρώντας τους ψηφοφόρους των Εργατικών να μην καταστρέψουν το κόμμα (ψηφίζοντας Κόρμπιν), απλώς επειδή μισούν τον ίδιο. Το σαρωτικό 59,48% που ανέδειξε τον Κόρμπιν στην ηγεσία μαρτυρά ότι τουλάχιστον η εκτίμηση του πρώην πρωθυπουργού για την άποψη που έχουν οι ψηφοφόροι των Εργατικών για το πρόσωπό του είναι μάλλον σωστή.
Αμαρτίες γονέων
Αν κάποιος από τους δύο ριζικά διαφορετικούς ηγέτες του κόμματος μπορεί να υπερασπιστεί ότι εκπροσωπεί τους «αυθεντικούς» Εργατικούς, αυτός είναι αναμφίβολα ο Κόρμπιν και όχι ο μεγαλύτερος πολέμιός του. Άλλωστε, υπό τον Τόνι Μπλερ το 1994 το κόμμα εγκατέλειψε καθολικά τις σοσιαλιστικές και σοσιαλδημοκρατικές αρχές που είχαν οδηγήσει στη συγκρότησή του σχεδόν έναν αιώνα νωρίτερα. Οι «Νέοι Εργατικοί» του Τόνι Μπλερ δεν συμμερίζονταν τη συμπάθεια των προκατόχων τους στα συνδικάτα επιρροής του κόμματος, στο κράτος πρόνοιας και στην προστασία των εργασιακών σχέσεων. Αντίθετα, αποτελούν μέχρι σήμερα σύμβολο για τη δεξιά στροφή των μεγάλων κεντροαριστερών κομμάτων στη Δύση, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, όταν ασπάστηκαν ομοθυμαδόν και ενίοτε με μεγαλύτερη θέρμη τις νεοφιλελεύθερες αρχές που κανονικά αποτελούσαν «κτήμα» των αντιπάλων τους.
Η κυβερνητική πορεία του Τόνι Μπλερ από το 1997 μέχρι το 2007 χαρακτηρίστηκε από το ξερίζωμα του βρετανικού κράτους πρόνοιας και την πληθώρα σκανδάλων που απασχόλησαν την κοινή γνώμη. Ωστόσο, σημαδεύτηκε κυρίως από την έντονη συμμετοχή της Βρετανίας στον πόλεμο του Ιράκ. Η κοινή γνώμη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού μπορεί να είχε αδιαφορήσει για την πρακτική διάψευση του σεναρίου περί όπλων μαζικής καταστροφής που τον ξεκίνησε, αλλά στη Βρετανία δεν συνέβη το ίδιο. Όσο ο αριθμός των νεκρών αυξανόταν, τόσο έπεφτε η δημοφιλία του πρωθυπουργού που είχε αποτελέσει τον στυλοβάτη του Τζορτζ Μπους, μέχρι του σημείου που το κόστος της εμπλοκής στον πόλεμο, η εξουσιολαγνεία του και η αναιμική δημοφιλία του τον ανάγκασαν σε παραίτηση. Η αντικατάστασή του από το μέχρι τότε δεξί του χέρι, Γκόρντον Μπράουν, στον ρόλο του υπηρεσιακού πρωθυπουργού για μία τριετία δεν κατάφερε να ανατρέψει αυτή την πορεία. Το 2010, ο Γκόρντον Μπράουν ηττήθηκε από τον Συντηρητικό Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος, με τη σειρά του, σηματοδοτούσε και τη μετατόπιση του δικού του κόμματος προς ένα «Κέντρο» οι οικονομικές πολιτικές του οποίου ελάχιστες διαφορές παρουσίαζαν εκατέρωθεν των πόλων του βρετανικού δικομματισμού.
Ο Εντ Μίλιμπαντ, που διαδέχθηκε τον Γκόρντον Μπράουν στην ηγεσία των Εργατικών μετά την ήττα του το 2010, παρουσιάστηκε αρχικά ως «ανανέωση» ή ακόμα και «αριστερή στροφή» του κόμματος. Οι διαφορές με τους προκατόχους του, ωστόσο, αποδείχθηκαν αμελητέες, με αποτέλεσμα άλλη μία ήττα των Εργατικών από τους Συντηρητικούς το 2015. Το ότι η ομοιότητα των πολιτικών θέσεων των δύο κομμάτων ήταν πια τόσο μεγάλη όση και η διαφορά στο επικοινωνιακό χάρισμα των δύο ηγετών τους αποδείχθηκε περίτρανα στην περίπτωση του Μίλιμπαντ. Ανήμερα των εκλογών, επιχειρώντας να αντιστρέψει μια βέβαιη ήττα, ο ηγέτης των Εργατικών προέβη σε πανικόβλητες δηλώσεις που ανασκεύαζαν προεκλογικές θέσεις, προκειμένου να μοιάζουν περισσότερο με αυτές των Συντηρητικών. Χωρίς αποτέλεσμα.
Οι πολέμοι του Brexit
«Πόσο ταγμένος είστε υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην Ε.Ε.;». «7 με 7,5 στα 10». Η απάντηση του Τζέρεμι Κόρμπιν στον δημοσιογράφο που του έπαιρνε συνέντευξη τις παραμονές του βρετανικού δημοψηφίσματος ξεσήκωσε σάλο, ιδίως στους κόλπους των Εργατικών. Οι αντίπαλοί του εντός κι εκτός του κόμματος τον κατηγόρησαν ότι τάσσεται με την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., με κάποια μέσα ενημέρωσης να δημοσιεύουν και «αποκαλυπτικές» συνεντεύξεις -«μπλερικών», φυσικά- στελεχών των Εργατικών μετά το δημοψήφισμα, που ισχυρίζονταν ότι ο ηγέτης τους ψήφισε υπέρ του Brexit. Στην πραγματικότητα, η δήλωση του Κόρμπιν όχι απλώς δεν σήμαινε την προσχώρησή του στο μέτωπο των Brexiteers, αλλά αντίθετα αντανακλούσε πλήρως τις ισορροπίες του κόμματος: Οι δημοσκοπήσεις έδειξαν πως μεταξύ των υποστηρικτών των Εργατικών 1 στους 3 ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την Ε.Ε.
Ακόμα κι αν ήθελε, όμως, ο Τζέρεμι Κόρμπιν να ταχθεί υπέρ του Brexit, κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατο. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Unfollow» στις αρχές του 2016, ο γνωστός Βρετανός δημοσιογράφος και σύμβουλος του ηγέτη των Εργατικών Πολ Μέισον δήλωνε ότι ο Κόρμπιν «αναγκάζεται να επιμείνει υπέρ της Ε.Ε., καθώς στην Κοινοβουλευτική Ομάδα των Εργατικών έχει την υποστήριξη μόλις 25 βουλευτών από τους περίπου 150»1. Αυτή η κυριαρχία των «μπλερικών» στους μηχανισμούς του κόμματος αποτέλεσε και το μεγαλύτερο όπλο κατά της αριστερής στροφής που πρέσβευε ο Κόρμπιν. Το περσινό καλοκαίρι, μετά το δημοψήφισμα, τα μέλη της σκιώδους κυβέρνησης των Εργατικών που συγκαταλέγονταν στις τάξεις των «μπλερικών» παραιτήθηκαν συντονισμένα, ενώ η Κοινοβουλευτική Ομάδα των Εργατικών κατέθεσε πρόταση μομφής εναντίον του. Ως αποτέλεσμα, μόλις έναν χρόνο μετά τη νίκη του στις εσωκομματικές εκλογές, ο Κόρμπιν κλήθηκε να διεκδικήσει εκ νέου την ηγεσία – και το κατάφερε, πιάνοντας 61,85%, ακόμα μεγαλύτερο δηλαδή ποσοστό από αυτό της πρώτης φοράς, υποβοηθούμενος από τα 60.000 νέα μέλη που γράφτηκαν στους Εργατικούς μετά το δημοψήφισμα. Παρότι βάλλεται συνεχώς από τα ΜΜΕ και τους αντιπάλους του εντός κι εκτός των Εργατικών και παρότι η πρώτη προεκλογική δημοσκόπηση έδειχνε αρχικά μια χαώδη διαφορά 18% υπέρ των Συντηρητικών, η πορεία του Τζέρεμι Κόρμπιν φαίνεται να κλείνει με ταχύτατους ρυθμούς την «ψαλίδα» μεταξύ των δύο κομμάτων. Άλλωστε, η απαλλαγή από τους κανόνες ανταγωνισμού της Ε.Ε. καθιστά πειστικότερες τις εξαγγελίες για επανεθνικοποιήσεις προσοδοφόρων επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιήθηκαν επί Θάτσερ, Μέιτζορ και Μπλερ. Αυτές αποτελούν και τον κορμό του προγράμματός του, η διαρροή του οποίου στον Τύπο προ ημερών γνώρισε πολύ θετική ανταπόκριση στη βρετανική κοινή γνώμη. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρά το απότομο κλείσιμο του προβαδίσματος των Συντηρητικών στις 5 μονάδες, με τους Εργατικούς να σημειώνουν σταθερά ανοδικές τάσεις. Πολλοί πολέμιοι του Κόρμπιν από τους κύκλους του κόμματος εξακολουθούν να θεωρούν τον τωρινό τους ηγέτη «μη εκλέξιμο» (unelectable) – παρότι ήταν οι υποψήφιοι της προτίμησής τους που έχουν χαρίσει απανωτές νίκες στους Συντηρητικούς.