Στο πρόσφατο µμυθιστόρημά του, «Υποταγή», ο προκλητικός Γάλλος µυθιστοριογράφος Μισέλ Ουελµπέκ περιγράφει µια πιθανή µελλοντική δυστοπία: Σε λίγα χρόνια από σήµερα, κυρίαρχες πολιτικές δυνάµεις έχουν αναδειχθεί η Ακροδεξιά και ο ισλαµισµός. Μέσα από µια οµαλή εκλογική διαδικασία, οι ισλαµιστές κατέκτησαν την εξουσία και άρχισαν να µεταβάλλουν την κοινωνική ζωή της χώρας. Οι µαντήλες κυριάρχησαν, τα πατριαρχικά ισλαµιστικά πρότυπα έγιναν ο κανόνας. Και η ζωή απέκτησε µια νέα ρουτίνα. Ασχέτως του τρόπου που κατά σηµεία ο Ουελµπέκ ιδεολογικοποιεί το µυθιστόρηµά του, η αλήθεια του είναι πολύ ισχυρή για να παρακαµφθεί: το φιλελεύθερο, δηµοκρατικό δυτικό υποκείµενο του µέσου επιπέδου ζωής και του κοινωνικού κράτους ασθενεί. Το σύστηµα όπως το ξέρουµε αποσαθρώνεται εκ των έσω. Κι όλο αυτό, παρά τις περιφερειακές εστίες βίας, συµβαίνει µε µια ησυχία που το καθιστά οιονεί φυσικό. Η µετάβαση είναι οµαλή ακριβώς γιατί το παλιό έχει πάψει να πείθει πια, όχι σε επίπεδο ορθολογικής πειθούς, αλλά σε επίπεδο πρόταξης ενός ιδανικού αξιοβίωτης ζωής.
Οι επικείµενες Προεδρικές εκλογές θα πρέπει να διαβασθούν, αναφορικά µε το διακύβευµά τους στην εσωτερική πολιτική της Γαλλίας, ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο. Τη εξαιρέσει του Φιγιόν, που εκπροσωπεί το οµαλό δικοµµατικό κατεστηµένο της εναλλαγής των Προέδρων, τα υπόλοιπα τρία από τα φαβορί δηλώνουν ακριβώς αυτή την κατάρρευση των φιλελεύθερων δηµοκρατικών βεβαιοτήτων: είτε µε τη µορφή της Λεπέν, που εκπροσωπεί µια δηµοκρατικοποιηµένη εχθρότητα στη ∆ηµοκρατία, είτε µε τη µορφή του «αριστεριστή» Μελανσόν, η άνοδος του οποίου δεν προκύπτει από µια ριζοσπαστικοποίηση µε κλασικούς όρους εµβάθυνσης της ταξικής συνείδησης του εργατικού κινήµατος ή των κινηµάτων αµφισβήτησης, αλλά από µια παρακµάζουσα αστική συνείδηση που αντιµετωπίζει τα όρια της εξάντλησής της, είτε ακόµα-ακόµα και από τον Μακρόν, η απολιτική, τεχνοκρατική φιγούρα του οποίου συµβολοποιεί ακριβώς το στέρεµα του πολιτικού — τι ειρωνεία της Ιστορίας να έχει ελπίδες στην πιο πολιτικοποιηµένη χώρα του κόσµου ένας τεχνοκράτης! Με τα φαντάσµατα των εσωτερικών επιπτώσεων ενός Frexit, µε τη Γαλλία να αναπολεί την άλλοτε κραταιή της θέση στο παγκόσµιο στερέωµα, µε το ζήτηµα της ενσωµάτωσης των µουσουλµανικών µειονοτήτων να έχει εκτραπεί στην εµφάνιση ενός όλο και πιο έντονου ρατσισµού, µε την οικονοµία να τρίζει, η γαλλική κοινωνία εµφανίζεται αµφίθυµη απέναντι στους τέσσερις επικρατέστερους υποψηφίους, ακριβώς γιατί µάλλον τους ζητά αυτό που δεν µπορούν να της δώσουν: ένα όραµα κανονικότητας, κάτι στο οποίο να αξίζει τον κόπο να υποταχθεί κανείς. Σε µια εποχή που το όραµα µιας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δείχνει τα όριά του ακριβώς λόγω του τρόπου που επιχειρήθηκε, µε τη µέριµνα εξυπηρέτησης του ισχυρού κεφαλαίου (όπως και ο µετριοπαθής Γιούργκεν Χάµπερµας παραδέχθηκε σε πρόσφατη εκδήλωση παρουσία του Μακρόν), Φιγιόν και Μακρόν αντιπροτείνουν µια εντασιακή επανάληψη του αποτυχηµένου προτύπου: έναν ακόµη πιο νεοφιλελεύθερο τρόπο. Στον αντίποδα, Λεπέν και Μελανσόν έρχονται να καταστρέψουν εκεί όπου έχει ήδη επέλθει η καταστροφή. Στο περιεχοµενικό αυτό αδιέξοδο έρχεται να προστεθεί και το τυπικό: προϊόν µιας περιόδου πολιτικής ηρεµίας, το Γαλλικό Σύνταγµα προϋποθέτει µια σχετική ισοστάθµιση της πολιτικής δύναµης Προέδρου και Κοινοβουλίου και µια οµαλή επικοινωνία Προέδρου και πρωθυπουργού διά του Κοινοβουλίου. Ο Πρόεδρος διορίζει τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση και µέσω αυτών οι πολιτικές του γίνονται νοµοθετήµατα. Σε περίπτωση που Πρόεδρος και Κοινοβούλιο δεν οµονοούν ως προς τη βασική τους βούληση, το σύστηµα βραχυκυκλώνει. ∆εδοµένων των συνθηκών, και βάσει της πιθανής εικόνας που θα προκύψει από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, που θα ακολουθήσουν τις Προεδρικές, εξαιρουµένου του Φιγιόν, κανείς άλλος υποψήφιος δεν θα έχει, σε περίπτωση που εκλεγεί, µια βουλευτική πλειοψηφία που θα τον ενισχύει. Σε ένα πιθανό, αρκετά πιθανό µάλιστα, σενάριο που η Λεπέν θα βρεθεί απέναντι από το Κοινοβούλιο, τροµάζει κανείς στη σκέψη τού τι τάξη θα είναι αυτή που θα βασιλεύει στο Παρίσι… Ζητήµατα ταυτοτικά της ίδιας της φύσης του πολίτη ως πολιτικού υποκειµένου, µια κοινωνία πραγµατικών φυλετικών και ταξικών διαιρέσεων που βαθαίνουν επικίνδυνα, αµηχανία για τη διεθνή θέση της χώρας, ένα βραχυκυκλωµένο πολιτικό σύστηµα: τα διακυβεύµατα των γαλλικών εκλογών δείχνουν πως, αν οι εκλογές άλλαζαν τον κόσµο, µπορεί να ήταν παράνοµες, ωστόσο µερικές φορές αρκούν πιθανώς για να επισπεύσουν αναπότρεπτες διαδικασίες. Αρκεί να σκεφτεί κανείς, ως ελάχιστο παράδειγµα αυτής της ριζικής αναστάτωσης, πως όλα τα φαβορί για πρόκριση στον δεύτερο γύρο έχουν θέσει στο επίκεντρο ως προβληµατική την υπερσυσσώρευση εξουσιών του Προέδρου!