Οι εξελίξεις στη Βενεζουέλα και η ανοιχτή πολιτική και θεσµική κρίση που είναι σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια είναι το αποτέλεσµα των αντιφάσεων που διαπερνούν αυτό που ο Ούγκο Τσάβες προσπάθησε να ορίσει ως την Μπολιβαριανή Επανάσταση.

Σηµαντική πηγή των προβληµάτων είναι όσα συµβαίνουν στην οικονοµία. Η Βενεζουέλα το 2016 είχε τα µεγαλύτερα επιβεβαιωµένα κοιτάσµατα αργού πετρελαίου στον κόσµο, µεγαλύτερα ακόµη και από αυτά της Σαουδικής Αραβίας. Οµως, αυτό έχει αποδειχτεί ευλογία και κατάρα συνάµα. Από τη µια, επιτρέπει να υπάρχουν µεγάλα εισοδήµατα και ένας βαθµός αναδιανοµής. Οντως, η ανοδική πορεία των τιµών του πετρελαίου στο µεγαλύτερο µέρος της δεκαετίας του 2000, που συνέπεσε µε την κατεξοχήν περίοδο υλοποίησης του προγράµµατος του Ούγκο Τσάβες, επέτρεπε αυτή η διαθέσιµη κρατική δαπάνη να αυξάνεται. Αντίθετα, η υποχώρηση της τιµής του πετρελαίου τα τελευταία χρόνια έχει δηµιουργήσει µεγάλη οικονοµική πίεση.

Ωστόσο, δεν είναι µόνο η εξάρτηση από τις διακυµάνσεις της τιµής του «µαύρου χρυσού» που επηρεάζει αρνητικά τη βενεζουελάνικη  οικονοµία. Το κυριότερο ήταν ότι δεν προσέφερε, σε πείσµα των περισσότερων διακηρύξεων περί του αντιθέτου, µεγάλο περιθώριο για να υπάρξει όντως µια διαφορετική ανάπτυξη, είτε στον αγροτικό τοµέα είτε στη βιοµηχανία, που να στηρίζεται σε άλλους τοµείς. Αν σε αυτό προσθέσουµε την ενδηµική διαφθορά, που δεν µπόρεσε να αντιµετωπιστεί και που αγγίζει σηµαντικό µέρος του µηχανισµού του κυβερνώντος PSUV, όλα αυτά µαζί δηµιουργούν την εκρηκτική αντίφαση ανάµεσα σε µια χώρα µε τεράστιο φυσικό πλούτο, αλλά µεγάλες και σηµαντικές ελλείψεις σε βασικά κοινωνικά αγαθά και µια αδυναµία του κράτους να εγγυηθεί την ασφάλεια των πολιτών.

Σε αυτό το τοπίο µιας εντεινόµενης οικονοµικής και κοινωνικής κρίσης, µετά τον θάνατο του Τσάβες, άρχισε να είναι µεγαλύτερη η πολιτική πίεση στο κυβερνών κόµµα. Παρότι δεν έχασε έναν σκληρό πυρήνα, κύρια πληβειακών στρωµάτων, που ποτέ δεν ξέχασαν τη σηµαντική βελτίωση της οικονοµικής και κοινωνικής θέσης τους, που έφερε η διακυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες, εντούτοις άλλα κοινωνικά στρώµατα άρχισαν να στρέφονται προς την αντιπολίτευση. Σε µια κοινωνία µε έντονη και συγκρουσιακή πολιτική ιστορία, αυτές οι αντιθέσεις δεν θα περίµενε κανείς ότι θα έµεναν απλώς στα όρια της τυπικής κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Αντίθετα, πήραν τη µορφή µεγάλων κινητοποιήσεων, από όλες τις πλευρές, στον δρόµο, στη διαδήλωση και στη διαµαρτυρία. Αυτό επιτάθηκε και από το γεγονός ότι ο θάνατος του Ούγκο Τσάβες, µε το τεράστιο κύρος, αλλά και την ιδιαίτερη ικανότητα να απευθύνεται στον λαό, να τον εµπνέει, να τον κινητοποιεί, αντικειµενικά µείωσε την απήχηση του κυβερνώντος κόµµατος.

Ο Νικολάς Μαδούρο κέρδισε οριακά τις εκλογές του 2013 και λίγο µετά ξεκίνησαν αλλεπάλληλα κύµατα διαµαρτυριών, ιδίως από τη στιγµή που άρχισαν να οξύνονται τα κοινωνικά προβλήµατα. Η εντεινόµενη κοινωνική δυσαρέσκεια και η υποχώρηση της απήχησης του κυβερνώντος κόµµατος βρήκαν την έκφρασή τους στα αποτελέσµατα των βουλευτικών εκλογών του 2015. Σε αυτές για πρώτη φορά το κυβερνών κόµµα υπέστη µια καθαρή εκλογική ήττα, την πρώτη µετά από πολλά χρόνια. Ο συνασπισµός της αντιπολίτευσης πήρε 56,2% και ο συνασπισµός γύρω από το PSUV µόλις 40,7%, υποχωρώντας σηµαντικά.

Η ύπαρξη µιας Εθνοσυνέλευσης µε καθαρή πλειοψηφία της αντιπολίτευσης δηµιούργησε µια ανοιχτή σύγκρουση ανάµεσα στην Εθνοσυνέλευση και τον πρόεδρο, σε ένα σύστηµα όπου και οι δύο πόλοι έχουν σηµαντική αρµοδιότητα και εξουσίες. Η αντιπαράθεση αυτή έδωσε νέα ώθηση και στις κινητοποιήσεις.

Στη θεσµική κρίση που προέκυψε προσπάθησε να δώσει µια λύση το Ανώτατο ∆ικαστήριο, η σύνθεση του οποίου έχει έναν συσχετισµό ευνοϊκό προς την πλευρά του Μαδούρο. Πατώντας σε ορισµένες παρατυπίες  που είχαν υπάρξει στην εκλογική διαδικασία, πήρε την απόφαση να αναλάβει αυτό τις αρµοδιότητες που είχε το Κοινοβούλιο.

Η συγκεκριµένη κίνηση αντιµετωπίστηκε από την αντιπολίτευση (και την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση) ως ένα πραξικόπηµα. Οµως, µε ανάλογο τρόπο απάντησε και η πλευρά των υποστηρικτών του προέδρου Μαδούρο, µιλώντας για µια αντιπαράθεση που αντικείµενο έχει την απόπειρα ανατροπής των κατακτήσεων της Μπολιβαριανής Επανάστασης, ως µια διαδικασία αντεπανάστασης. Η βία στις κινητοποιήσεις κλιµακώθηκε και από τις δύο πλευρές, µια που, σε πείσµα µιας εικόνας που κατά καιρούς διακινείται από τα δυτικά ΜΜΕ, έχουν υπάρξει και σηµαντικές βιαιοπραγίες και από τη µεριά των οπαδών της αντιπολίτευσης σε βάρος των υποστηρικτών της Μπολιβαριανής Επανάστασης.

Ο ίδιος ο Μαδούρο απάντησε µε µια ρητορική που παραπέµπει σε κλιµάκωση και ένταση του επαναστατικού µετασχηµατισµού. Για αυτό και αποφάσισε να συγκαλέσει Συντακτική Εθνοσυνέλευση, µε εκλογές που θα γίνουν στις 30 Ιουλίου, υποστηρίζοντας ότι αυτό που θα αφορά θα είναι η αλλαγή της ίδιας της µορφής του κράτους. Με βάση το ισχύον Σύνταγµα, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση έχει µεικτή σύνθεση, αποτελούµενη από εκπροσώπους των κοινωνικών κινηµάτων, αλλά και αντιπροσώπους που βγαίνουν µέσα από τις εκλογές. Αυτό σηµαίνει ότι µπορεί να έχει έναν συσχετισµό θετικό υπέρ της πλευράς των δυνάµεων που υποστηρίζουν τη συνέχιση της µπολιβαριανής επαναστατικής διαδικασίας. Ταυτόχρονα, η εκκίνηση της διαδικασίας της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης σηµαίνει ότι µπορεί να κερδίσει και χρόνο η πλευρά Μαδούρο, εφόσον θα µπορέσει, µέχρι να ολοκληρώσει η Εθνοσυνέλευση το έργο της κατάρτισης του νέου Συντάγµατος, να παρακάµψει τον σκόπελο των προεδρικών εκλογών, που κανονικά είναι προγραµµατισµένες για το 2018.

Ο Ούγκο Τσάβες ήταν ο πρώτος  που είχε αποδώσει ιδιαίτερο ρόλο στην ύπαρξη ενός νέου Συντάγµατος, θεωρώντας ότι µια διαδικασία κοινωνικού  µετασχηµατισµού πρέπει να ξεκινά από την αλλαγή στον τρόπο της πολιτικής λειτουργίας, ώστε να εξασφαλιστεί η αυξηµένη πολιτική συµµετοχή του λαού, για να µπορέσει µετά να υπάρχει η δυνατότητα να υλοποιηθούν κοινωνικές αλλαγές.

Ωστόσο, σήµερα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτή η φυγή προς τα εµπρός που δοκιµάζει ο Νικολάς Μαδούρο θα µπορέσει να έχει τα ίδια αποτελέσµατα, δηλαδή να σηµατοδοτήσει την ακόµη µεγαλύτερη λαϊκή κινητοποίηση και τοµές, στην κατεύθυνση µιας πραγµατικής  ∆ηµοκρατίας «από τα κάτω». Αυτό θα απαιτήσει πραγµατικό λαϊκό ενθουσιασµό και συµµετοχή που στη σηµερινή συγκυρία δεν είναι δεδοµένο ότι υπάρχει µε τον τρόπο περασµένων δεκαετιών. Οι επαναστάσεις µέσα στην επανάσταση είναι πάντα κάτι το πολύ δύσκολο. Ιδίως όταν υποχωρεί η επαναστατική δυναµική.