Μπορεί να υπάρξει νομική λύση σε πολιτικά προβλήματα;
«Με τη Δημοκρατία μας εξευτελισμένη, έχουμε υποχρέωση να κινητοποιήσουμε ίσως το τελευταίο της μετερίζι: τη Δικαιοσύνη. Ρωμαίοι μπορεί να μην υπάρχουν πια στον Τύπο, αλλά κρίνω πως στα δικαστήριά μας υπάρχουν Σαρτζετάκηδες. Στο Ειδικό Δικαστήριο λοιπόν!». Αυτή είναι η κατακλείδα στο άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (18.03.2017), με τίτλο «Γιατί ζητώ Ειδικό Δικαστήριο», που επαναφέρει το μείζον ζήτημα της λογοδοσίας της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών στη Δικαιοσύνη για τους χειρισμούς της στην περίοδο των Μνημονίων. Το αίτημα αυτό δεν είναι καινούργιο: Με αφετηρία το γεγονός ότι στην Ελλάδα των Μνημονίων καταργήθηκε κάθε κανονικότητα στη διαδικασία λήψης αποφάσεων -ποιος μπορεί να ξεχάσει τον τρόπο που πολυνομοσχέδια περνούσαν από τη Βουλή με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, χωρίς καν να έχουν διαβαστεί;-, η (αριστερή κυρίως) αντιπολίτευση ήγειρε ζητήματα ποινικής διερεύνησης των διαδικασιών. Μπροστάρισσα αυτής της λογικής υπήρξε η πρώην πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου. Μνημειώδης έχει μείνει η διαμάχη της με τον -υπουργό Οικονομικών αρχικά και διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος εν συνεχεία- Γιάννη Σουρνάρα, με αίτημα την προσαγωγή του στη Βουλή για να δικαιολογήσει ενέργειές του, που κατά την ΠτΒ υπερέβαιναν τις αρμοδιότητες του. Μέχρι σήμερα, ωστόσο, καταδίκη έχει υποστεί μόνο ο πρώτος των «μνημονιακών» υπουργών Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, αλλά με ήπια ποινή και όχι για τις οικονομικές του πολιτικές. Το αίτημα για Εξεταστική Επιτροπή που θα διερευνά τη διαδικασία εισόδου στο Μνημόνιο είναι άλλο ένα επεισόδιο αυτού του σίριαλ και η κατάρρευσή του επίσης διδακτική: Από πού, άραγε, θα ξεκινούσε μια τέτοια διερεύνηση και ποιον θα άφηνε απέξω, αν θεωρηθεί η οικονομία ως ένα συνεχές όπου οι προηγούμενες αποφάσεις επηρεάζουν τις επόμενες; Το πρόβλημα με όλες αυτές τις απόπειρες είναι ακριβώς το στοιχείο της ποινικοποίησης: από τη «νομική επανάσταση» της Ζωής Κωνσταντοπούλου μέχρι τη λεπτή ειρωνεία του Γιάνη Βαρουφάκη, η αντίληψη που υποβόσκει είναι ότι εκεί όπου η πολιτική πάσχει, εκεί όπου έχει χάσει το περιεχόμενό της, έρχεται ως από μηχανής θεός η Δικαιοσύνη για να δώσει τη λύση. Σε κάποια διάλεξή του σε φοιτητές, ο διαβόητος νομικός, συνεργάτης των ναζί, Καρλ Σμιτ, επιχειρηματολογούσε με πάθος πως, αν ο πολιτικός άνδρας παραβεί τον νόμο, δεν είναι υπόλογος στη Δικαιοσύνη, γιατί ακριβώς είναι αυτός που παράγει τον νόμο. Η παραδοξολογία αυτή είναι πολύ πιο δυνατή από κάθε ηθικιστικό επιχείρημα περί λογοδοσίας των υπουργών Οικονομικών επί Μνημονίων, ακριβώς γιατί καταδεικνύει τον πολιτικό χαρακτήρα των αποφάσεων. Ειδικό Δικαστήριο ναι, αλλά με πολιτικά και όχι νομικά πρόσημα. Πολιτική και όχι Δικαιοσύνη.