Τυπικά, ως   μια χώρα της Αραβικής  Χερσονήσου με επίσημη ιδεολογία  μια συντηρητική εκδοχή του Ισλάμ, που βάζει στο στόχαστρο όλους τους «απίστους», η Σαουδική Αραβία δεν θα έπρεπε  να πολυσυμπαθεί το κράτος του Ισραήλ. Άλλωστε, έχει προσυπογράψει όλα αυτά τα χρόνια  όλες τις ιστορικές διεκδικήσεις των Παλαιστινίων  για αυτοδιάθεση και απόκτηση  κρατικής  οντότητας.

Όμως, από την άλλη μεριά, η Σαουδική Αραβία δεν ενεπλάκη ποτέ στους πολέμους των άλλων αραβικών κρατών ενάντια στο Ισραήλ, ούτε και έχει κάποια  εδαφική  ή άλλη  αντιδικία μαζί του και όσες φορές ασχολήθηκε με πτυχές  αυτών  των ζητημάτων προτίμησε  να παίξει έναν ρόλο περισσότερο διαμεσολαβητικό.

Ακόμη περισσότερο, ιστορικά η Σαουδική  Αραβία μοιραζόταν με το Ισραήλ κοινούς  εχθρούς  και έναν βασικό κοινό σύμμαχο. Οι κοινοί εχθροί ήταν τα ισχυρά καθεστώτα που αναδείχτηκαν  σε διαφορετικές στιγμές και μπορούσαν  να απειλήσουν την ιδιαίτερη θέση που διεκδικούσε  για τον εαυτό του το σαουδαραβικό  καθεστώς.

Από τη μια, το σιιτικό Ιράν, μια χώρα με σημαντικότατα αποθέματα πετρελαίου, όπου έγινε η πρώτη  νικηφόρα ισλαμική  επανάσταση,  και από την άλλη το Ιράκ, μια ιδιαίτερα ισχυρή χώρα, με καλές σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με την ΕΣΣΔ, που με την εισβολή στο Κουβέιτ έσπειρε φόβο  στα καθεστώτα  του Κόλπου. Δεν είναι  τυχαίο  ότι, όταν το Ισραήλ το 1981  βομβάρδισε τις πυρηνικές  εγκαταστάσεις του Ιράκ για να ακυρώσει  το πυρηνικό του πρόγραμμα, η Σαουδική Αραβία προσέφερε τη συνεργασία  της. Παράλληλα, κοινή ήταν και η αντιπαράθεση με το καθεστώς Ασαντ, που κορυφώθηκε κατά την προσπάθεια ανατροπής  του μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης  κατά του καθεστώτος  κατά το 2012.

Ας μην ξεχνάμε ότι η Σαουδική Αραβία μπορεί να εξέφρασε κατά καιρούς αλληλεγγύη στους Παλαιστινίους, αλλά για ένα ιδιαίτερα συντηρητικό και πολύ αυταρχικό καθεστώς, όπως το σαουδαραβικό, στην πραγματικότητα μια νικηφόρα έκφραση του παλαιστινιακού αγώνα μάλλον θα αποτελούσε ένα επικίνδυνο παράδειγμα. Την ίδια στιγμή, από διαφορετικές αφετηρίες  και στοχεύσεις, η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ έχουν κοινή στάση ως προς τη δράση ορισμένων κατηγοριών ένοπλων ισλαμικών οργανώσεων. Για τη Σαουδική Αραβία αυτό έχει να κάνει με την υπονόμευση καθεστώτων που θεωρεί εχθρικά (χαρακτηριστικό παράδειγμα η κατάσταση στη Συρία). Για το Ισραήλ έχει να κάνει με τη βασική θέση της ισραηλινής  πολιτικής,  που είναι ότι όσο πιο αποσταθεροποιημένη δείχνει  η Μέση Ανατολή (υπό την προϋπόθεση ότι δεν απειλείται άμεσα το ίδιο), τόσο το καλύτερο  για το ίδιο, παρουσιάζεται δε ως παράγων σταθερότητας και εκπρόσωπος των συμφερόντων της Δύσης, διεκδικώντας παράλληλα τη συνέχιση της σημαντικής αμυντικής βοήθειας από τις ΗΠΑ, που εδώ και πολλά χρόνια δέχεται. Επιπλέον, σε μια «αποσταθεροποιημένη» Μέση Ανατολή κάπως  περνάει  σε δεύτερη μοίρα ο τρόπος που κινείται το ίδιο το Ισραήλ στα κατεχόμενα  και στη Λωρίδα της Γάζας, παραβιάζοντας κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και ανθρώπινα δικαιώματα.

Σε όλα αυτά ας προσθέσουμε  και το γεγονός  ότι και οι δύο χώρες  μπορεί να έχουν τους ιδιαίτερους δικούς τους σχεδιασμούς, αλλά ταυτόχρονα είναι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών. Για την ακρίβεια, οι ΗΠΑ χρειάζονται και τις δύο χώρες για να μπορούν  να έχουν  πολιτική  στη Μέση Ανατολή, χρειάζονται  τις μυστικές υπηρεσίες  τους, τη γνώση του πεδίου που έχουν, των δεσμών  τους με άλλους  παίκτες  στην περιοχή.  Κάτι που τόσο το Ισραήλ όσο και η Σαουδική Αραβία εκμεταλλεύονται για τις δικές τους ιδιαίτερες ατζέντες.