Στις 7 Φεβρουαρίου του 2012, οι οικονομολόγοι επινόησαν τον όρο Grexit. Λίγες ημέρες αργότερα, κι ενόσω στη Βουλή ψηφιζόταν το δεύτερο μνημόνιο,  οι δρόμοι της Αθήνας κατακλύζονταν από δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές. Το Κοινοβούλιο δεν πτοήθηκε από το πλήθος• το δεύτερο μνημόνιο ψηφίστηκε, όπως τα προηγούμενα και το επόμενο. Λογικό, καθώς εδώ και επτά χρόνια το πολιτικό σύστημα θεωρεί πιο ήπιο το άλγος της λιτότητας απ’ ό,τι μια ενδεχόμενη έξοδο από το κοινό νόμισμα.

Ωστόσο, αυτή η προτίμηση μπορεί να γίνει σύντομα παρελθόν.  Οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν ανοδικές  τάσεις στο ευρωσκεπτικιστικό ρεύμα εντός της χώρας, την ίδια στιγμή που η Ευρώπη  –υποβοηθούμενη από τις πιέσεις της νέας αμερικανικής κυβέρνησης– δείχνει να δυσκολεύεται  να συγκρατήσει τον ενωσιακό της προσανατολισμό.  Ακόμα κι αν οι ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις δεν κερδίζουν παντού, αυξάνουν τα ποσοστά και τη διείσδυσή τους στην κοινωνία.

Στα καθ’ ημάς, το Grexit έχει υπάρξει ταμπού. Εισέρχεται στον δημόσιο διάλογο μόνο ως απειλή που διευκολύνει τις αναδιπλώσεις της εκάστοτε κυβέρνησης στις ολοένα και πιο αδιέξοδες και παράλογες απαιτήσεις των δανειστών. Όσο οι αριθμοί των δημοσιονομικών όμως δεν βγαίνουν,  όσο η κρίση βαθαίνει και η Ευρώπη εμφανίζει τάσεις συρρίκνωσης, τόσο πιο πιθανό  γίνεται το Grexit να καταστεί αναπόφευκτο – όχι εξαιτίας μιας κίνησης  της Ελλάδας αλλά εξαιτίας των απρόβλεπτων συνεπειών των διεθνών εξελίξεων. Και τότε, λόγω της ομερτά που επικρατεί, το Grexit θα βρει μια κοινωνία και ένα πολιτικό προσωπικό αμφότερα πλήρως απροετοίμαστα απέναντί του.