Αλχημείες μαθητευόμενων «μάγων», στη σκιά της επιθυμίας για κοινωνική ανέλιξη
Η ιστορία της μεταπολίτευσης θα μπορούσε να γραφτεί και υπό τη σκοπιά της εξέλιξης των εξεταστικών συστημάτων. Το γεγονός ότι η εκπαίδευση στην Ελλάδα αποτέλεσε κύριο μοχλό της κοινωνικής κινητικότητας έθεσε το πανεπιστήμιο και τον τρόπο εισόδου σε αυτό στο επίκεντρο της δημοσιότητας. To εξεταστικό σύστημα που οδηγεί στο πανεπιστήμιο απολαμβάνει έτσι το πάνδημο ενδιαφέρον στις συζητήσεις, υπερβαίνοντας μια τεχνική συζήτηση και αναγόμενο σε βασικό εντέλει πολιτικό επίδικο. Εξού και αποτελεί βασικό κεφάλαιο κάθε εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, προσδίδοντάς της εντέλει και τον χαρακτήρα της. Αποτέλεσμα τούτου είναι οι αντιδράσεις γύρω από τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις ή τις προσπάθειές τους να αφορούν πρώτιστα τη φύση του εξεταστικού συστήματος. Στη Μεταπολίτευση, ουσιαστικά, τέσσερις είναι οι μείζονες μεταρρυθμίσεις του εξεταστικού συστήματος για την είσοδο στα πανεπιστήμια.
1980-1983:
Με πυλώνα το Λύκειο H «καινοτομία» των Πανελληνίων Εξετάσεων, που καθιερώθηκαν επί της υφυπουργίας του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου, ήταν η διπλή εξεταστική δοκιμασία, τόσο στη Β’ όσο και στην Γ’ Λυκείου. Η απουσία μίας εξέτασης και η άμεση σύνδεση με το Λύκειο χαιρετήθηκε ως καινοτομία που χαλαρώνει την πίεση και ελαφραίνει το άγχος του φροντιστηρίου. Όπως δήλωνε ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος:
«Η εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση θα γίνεται χωρίς εξετάσεις και δεν θα εξαρτάται στο εξής από παράγοντες όπως τα φροντιστήρια». Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το αποτέλεσμα ήταν το αντίθετο του επιδιωκόμενου: Ο ανταγωνισμός οξύνθηκε, με αποτέλεσμα να υπάρξει μια ραγδαία άνθηση της φροντιστηριακής παραπαιδείας. Ο αριθμός των φροντιστηρίων διπλασιάστηκε μέσα σε πέντε χρόνια, ενώ ταυτόχρονα μειώθηκε ο αριθμός των μαθητών που ολοκλήρωσε τη διπλή εξεταστική διαδικασία. Απόρροια τούτου υπήρξε και η αύξηση της φοιτητικής μετανάστευσης. Οσοι, δηλαδή, μπορούσαν προτίμησαν τον δρόμο του εξωτερικού.
1984-1998:
Το κραταιό σύστημα των δεσμών Το σύστημα άλλαξε το 1984. Υπουργός Παιδείας ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος προχώρησε σε δραστικές αλλαγές. Το νέο σύστημα περιλάμβανε τη δημιουργία τεσσάρων δεσμών, με βάση τις οποίες κατανέμονταν και τα πανεπιστημιακά τμήματα στις δυνατές επιλογές των υποψηφίων. Οι εξετάσεις γίνονταν σε τέσσερα μαθήματα, αποδεσμευμένες πλήρως από το Λύκειο. Σε αυτή, δε, τη λογική, έπαψαν να είναι και υποχρεωτικές. Οι βαθμολογίες στην εξέταση των μαθημάτων μπορούσαν να βελτιωθούν, καθώς υπήρχε η δυνατότητα ο υποψήφιος να κατοχυρώσει έναν καλό βαθμό και για την επόμενη χρονιά που θα έδινε εξετάσεις, αν δεν περνούσε σε μια σχολή της επιλογής του. Το ιδεολογικό πλαίσιο της μεταρρύθμισης πρόβαλλε την ανοικτότητα των πανεπιστημίων και την αύξηση της ισότητας των ευκαιριών, ενώ, όπως πάντα, προκρίθηκε ως ελευσόμενη η μείωση της ανάγκης του φροντιστηρίου. Εν μέρει αυτό ήταν έτσι. Η απογείωση της ανάγκης για παπαγαλία, καθώς τα λίγα μαθήματα απαιτούσαν τη γνώση και την αποτύπωση κάθε λεπτομέρειας τοποθετούσαν τουλάχιστον έναν κοινό παρονομαστή απαιτήσεων, καθιστώντας τον μόχθο ποσοτικοποιήσιμο και μετρήσιμο — άρα και ελέγξιμο σε κοινή βάση. Ωστόσο, οι παράπλευρες συνέπειες δεν ήταν και λίγες. Η αναντιστοιχία ανάμεσα στις θέσεις των εισακτέων και τον αριθμό των θέσεων στις σχολές εκτινάχθηκε. Σχεδόν ένας στους δύο υποψηφίους θα έμενε εκτός νυμφώνος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εκτιναχθεί η προσφυγή στην αρωγή των φροντιστηρίων, μπας και ευδοκιμήσει η προσπάθεια του υποψηφίου. Τα νούμερα είναι εντυπωσιακά: Το 1993 δεν υπάρχει σχεδόν μαθητής που να μην κάνει φροντιστηριακά ή ιδιαίτερα μαθήματα. Στο άγχος από τον ανταγωνισμό θα πρέπει να προστεθεί και ο πληθωρισμός της βαθμολογίας, στοιχείο που θα ακολουθεί έκτοτε το εκπαιδευτικό σύστημα. Οι άριστοι πολλαπλασιάστηκαν σαν τα ψωμιά με τα οποία τάισε ο Ιησούς τα πλήθη.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ., που ακολούθησε, δεν πείραξε τη βασική δομή των εξετάσεων. Μόνο μερικές τεχνικού χαρακτήρα τροποποιήσεις έγιναν επί υπουργίας Γιώργου Σουφλιά. Την επόμενη περίοδο, έως το 1998, η μόνη εξεταστική τομή υπήρξε η θεσμοθέτηση εξετάσεων σε τρία μαθήματα το 1996 για τους αποφοίτους των Τεχνικών και Επαγγελματικών Λυκείων που επιθυμούσαν να φοιτήσουν σε ΤΕΙ.
1999-2004: Πανελλαδικές Εξετάσεις Ενιαίου Λυκείου
H επόμενη μείζων αλλαγή στο εξεταστικό σύστημα ήταν αυτή του Γεράσιμου Αρσένη, σε ένα συγκρουσιακό πλαίσιο που είχε γεμίσει τότε τους δρόμους κάτω από το σύνθημα «Κάτσε καλά, Γεράσιμε». Το «σύστημα Αρσένη» αποτελούσε μια προσπάθεια επαναφοράς στην προ δεσμών κατάσταση, όπου το Λύκειο γινόταν ο προνομιακός τόπος της θεμελίωσης του δικαιώματος πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Το σύστημα προέβλεπε εξετάσεις σχεδόν σε όλα τα διδασκόμενα μαθήματα της Β’ και της Γ’ Λυκείου, με τα μαθήματα της Β’ να λαμβάνονται υπόψη κατά βαθμό μικρότερο στο τελικό αποτέλεσμα. Η επιδίωξη ήταν να αποκατασταθεί ο ρόλος του Λυκείου, μιας και, λόγω των δεσμών, η προσοχή των μαθητών ήταν μειωμένη. Η συμμετοχή του σχολικού βαθμού θεωρήθηκε ακόμα πως θα μείωνε την εξάρτηση από τα φροντιστήρια, καθώς η προσοχή στο σχολείο θα επηρέαζε άμεσα τον βαθμό. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, υπήρξε το αντίστροφο. Η παραπαιδεία όχι μόνο δεν κάμφθηκε, αλλά ενισχύθηκε κι άλλο. Από εκεί που οι μαθητές έκαναν φροντιστήριο σε τέσσερα μαθήματα πλέον έκαναν σε σχεδόν όλα. Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε μια διπλή και αντικρουόμενη στάση στη βαθμολόγηση: Αφενός αυξήθηκε η απόρριψη εντός του Λυκείου, με πολλούς πια μαθητές να μην καταφέρνουν να αποφοιτήσουν, αφετέρου, όμως, ενισχύθηκαν οι καλές βαθμολογίες και των μέτριων μαθητών, ώστε να μην κινδυνεύουν να χάσουν μια σχολή από κακό υπολογισμό των καθηγητών. Δηλαδή, επί της ουσίας, εξαφανίστηκαν οι μέτριοι μαθητές. Το δε σχολείο όχι μόνο δεν αναβαθμίστηκε, αλλά κατέστη πλήρως εξεταστικό κέντρο.
Ο συνδυασμός του νέου συστήματος με την αύξηση των τμημάτων και των σχολών οδήγησε στο να μπαίνουν όλοι σχεδόν οι μαθητές σε κάποιο τμήμα. Αυτό έγινε με μια λογική ενίσχυσης των τοπικών κοινωνιών με πανεπιστήμια -άρα και τζίρο-, αλλά και απομείωσης του άγχους επιτυχίας. Στον βαθμό, ωστόσο, που οι ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης έμεναν ανισοβαρείς, το άγχος απλώς άλλαξε αντικείμενο. Το ζητούμενο πλέον ήταν η επιτυχία σε μια καλή σχολή.
Παραλλαγές στο ίδιο θέμα
Τα επόμενα χρόνια οι τάσεις των εκπαιδευτικών αλλαγών έγιναν προς την κατεύθυνση της επίτευξης μιας χρυσής τομής ανάμεσα στον αριθμό των μαθημάτων, ώστε να ισορροπήσουν κάπου μεταξύ του συστήματος των δεσμών και του «συστήματος Αρσένη». Σταδιακά, πάντως, οι μειώσεις έχουν πλέον οδηγήσει σε ένα σύστημα αρκετά κοντά σε αυτό των δεσμών, με μια ενίσχυση του περιορισμού των επιλεγόμενων σχολών.
Κοινός παρονομαστής, επίσης, παραμένει η ολοκληρωτική επικράτηση της παραπαιδείας, όποιο κι αν είναι το εξεταστικό σύστημα. Η πάλη των μαθητών για ένα καλό πλασάρισμα, δεδομένου ότι το κύρος του πανεπιστημίου παραμένει διαχρονικά σταθερό, οδηγεί στην προσπάθεια για άντληση κάθε πιθανής βοήθειας. Παράλληλα, το πανεπιστημιακό τοπίο, ιδιαίτερα μετά την κρίση, παρουσιάζει την εικόνα της ερήμωσης στην περιφέρεια και της διόγκωσης στο κέντρο, καθώς όλο και λιγότεροι μαθητές επιλέγουν τη φοίτηση μακριά από τον τόπο κατοικίας τους.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση τα σενάρια για μια ριζική αλλαγή του συστήματος, με κατάργηση των εξετάσεων και αντικατάστασή τους με ένα πιο φιλικό προς τον μαθητή τρόπο εισόδου στα πανεπιστήμια, εμφανίζονται κι εξαφανίζονται συνεχώς στη δημοσιότητα. Μένει να δούμε αν θα έχουμε και εδώ άλλη μία διάψευση προσδοκιών.