Η μετάβαση του Αντώνη Σαμαρά από το αντιμνημόνιο στο απέναντι στρατόπεδο τείνει να ξεχνιέται. Μάλλον επειδή δεν ήταν ούτε η πρώτη ούτε η πιο εκκωφαντική από τις τρεις μεγάλες πολιτικές παλινδρομήσεις της τελευταίας επταετίας
Η μετάβαση του Αντώνη Σαμαρά από το αντιμνημόνιο στο απέναντι στρατόπεδο τείνει να ξεχνιέται. Μάλλον επειδή δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η πιο εκκωφαντική από τις τρεις μεγάλες πολιτικές παλινδρομήσεις της τελευταίας επταετίας.
«Πριν από λίγους μήνες, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να κάνει στον πολιτικό κόσμο έναν εκβιασμό συνενοχής: να ψηφίσουμε όλοι το Μνημόνιο. Μερικοί υπέκυψαν. Άλλοι αρνηθήκαμε. (…) Δεν δεχόμαστε αυτό που έχει αρχίσει και γίνεται. Σιγά-σιγά κυριαρχεί η αίσθηση της αυτοπαραίτησης, της μοιρολατρίας. Τρίτοι αποφασίζουν, διατάζουν. Και εμείς εκτελούμε. Τους έχουν βάλει υπό επιτήρηση. Η λύση που προτείνουμε εμείς δεν περιορίζεται σε μια λογική φοροεισπρακτική, όπως είναι αυτή του Μνημονίου, που βυθίζει την αγορά στα λουκέτα, την ανεργία, σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης, στα αδιέξοδα, τα οποία τα βλέπουμε μπροστά μας κάθε μέρα να μεγαλώνουν».
Τα παραπάνω λόγια ειπώθηκαν από τον Αντώνη Σαμαρά στα Αμπελάκια της Λάρισας πέντε μήνες μετά το Καστελόριζο. Ο νέος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας είχε διαδεχθεί τον Κώστα Καραμανλή στην ηγεσία του κόμματος, δηλώνοντας απερίφραστα την αλλαγή ρότας. Το κεντρώο δόγμα του «μεσαίου χώρου» που πρέσβευε ο πρώην πρωθυπουργός είχε κλείσει τον κύκλο του, η υπογραφή του πρώτου Μνημονίου από το ΠΑΣΟΚ παρείχε μια πρώτης τάξεως αντιπολιτευτική ευκαιρία και, με την επάνοδο του άλλοτε εξόριστου του κόμματος στην ηγεσία, ήταν πια η ώρα της επιστροφής σε ένα πιο σκληρό δεξιό πρόγραμμα. Η Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά τασσόταν σφόδρα ενάντια στην τροϊκανή συνταγή και ιδίως στην εποπτεία που αυτή εισήγαγε, ζητώντας ωστόσο τα ίδια πράγματα με εκείνη: ανάπτυξη, επενδύσεις, ανταγωνιστικότητα για την Ελλάδα.
Το νεοδημοκρατικό αντιμνημόνιο Η σύγκρουση του Αντώνη Σαμαρά ήταν διμέτωπη. Από τη μία, είχε να αντιμετωπίσει τους θιασώτες του απερχόμενου καραμανλισμού, από την άλλη την εσωτερική αντιπολίτευση της μητσοτακικής πτέρυγας που έβλεπε ως ανάγκη το Μνημόνιο. Με δημόσιες δηλώσεις του, ο επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, επιτέθηκε εναντίον του, χαρακτηρίζοντας τον ίδιο λαϊκιστή και την προαναγγελία Εξεταστικής Επιτροπής για το μνημόνιο που προέτασσε ο άλλοτε προστατευόμενός του «ντροπής πράγματα». Την ένταση μαρτυρά και η αστραπιαία διαγραφή του «μητσοτακικού» Θεόδωρου Σκυλακάκη από την ευρωομάδα της Νέας Δημοκρατίας, όταν ο τελευταίος δήλωσε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του ότι «η προσπάθεια του Μνημονίου δεν πρέπει να ανακοπεί». Περισσότερο χαρακτηριστική των διενέξεων στο εσωτερικό της συντηρητικής παράταξης ήταν η κόντρα του Αντώνη Σαμαρά με την Ντόρα Μπακογιάννη. Ξεκίνησε με εκατέρωθεν πολεμικές από το 2009, κλιμακώθηκε με τη διαγραφή της δεύτερης από την Κοινοβουλευτική Ομάδα το 2010 και την επακόλουθη αποχώρησή της από το κόμμα, ενώ, παρά την επιστροφή της στις εκλογές του 2012, που θα χάριζαν στον Αντώνη Σαμαρά την πρωθυπουργία, οι διενέξεις συνέχισαν μέχρι τις τελευταίες του ημέρες στο τιμόνι του κόμματος. Το «αντιμνημόνιο» της Νέας Δημοκρατίας ήταν το πρώτο μεγάλο ψέμα της προεδρικής θητείας του Αντώνη Σαμαρά και αυτό που διόγκωσε την αστάθεια στο εσωτερικό του κόμματος: αντιμνημονιακή ήταν η βάση, ιδίως το πιο σκληρά «σαμαρικό» της κομμάτι• μνημονιακή ήταν η ηγεσία και αυτή ήταν που έδωσε τελικά τον τόνο στην κυβέρνηση 2012-2014.
«Τώρα, φτάνουμε»
Οι οικονομικές επιπτώσεις του δεύτερου Μνημονίου, που καθοδήγησε την κυβερνητική πορεία του Αντώνη Σαμαρά, είναι γνωστές. Το ΑΕΠ σταδιακά κατακρημνίστηκε, το κράτος ξεχαρβαλώθηκε, η ανεργία πολλαπλασιάστηκε, όπως και οι κλειστές επιχειρήσεις. Μαζικές απολύσεις, κακοπληρωμένη, εκ περιτροπής εργασία και εργοδοτική αυθαιρεσία έγιναν ο κανόνας σε ένα ρημαγμένο τοπίο, που συνέχισε να διώχνει τις μορφωμένες νεότερες γενιές στο εξωτερικό. Παρότι μέχρι σήμερα οι μνημονιακές κυβερνήσεις ανταγωνίζονται πυρετωδώς για να αποδείξει καθεμία τους ότι στα χρόνια της η οικονομία ήταν λιγότερο ρημαγμένη, στο πεδίο της κοινωνικής κρίσης, η συγκυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜ.ΑΡ. κατέχει τη σίγουρη πρωτιά. Άλλωστε, στα χρόνια του ήταν που διογκώθηκε η πεποίθηση ότι η Χρυσή Αυγή δρα σε καθεστώς ασυδοσίας, πλήθυναν τα περιστατικά αστυνομικής αυθαιρεσίας και η Ελλάδα έπιασε τον πάτο σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την κατάρρευσή της στην κλίμακα δημοσιογραφικής ελευθερίας των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα και τις καταγγελίες που έρχονταν στη δημοσιότητα για την αστυνομική βία και τους βασανισμούς συλληφθέντων. Χωρίς καν να έχει υπάρξει «μήνας του μέλιτος» για την κυβέρνησή του, ο Αντώνης Σαμαράς χρειάστηκε αστραπιαία ένα θετικό αφήγημα. Τέτοια δοκίμασε πολλά απέναντι σε ένα δυσαρεστημένο κομματικό και εκλογικό ακροατήριο, αλλά πρώτιστα απέναντι στον ανερχόμενο αντιπολιτευόμενο ΣΥΡΙΖΑ, που κέρδιζε ολοένα περισσότερο έδαφος: από την επαγγελία του το 2013 ότι σε έναν χρόνο η Ελλάδα θα είχε απ’ άκρη σ’ άκρη δωρεάν ασύρματο Ιντερνετ μέχρι το περιβόητο «success story», η κυβέρνηση της περιόδου πάσχιζε να δείξει σε κάθε ευκαιρία ότι η κατάσταση δεν ήταν τόσο άσχημη όσο φαινόταν ή, τουλάχιστον, ότι στον βαθμό που ήταν άσχημη, ήταν επίσης βραχύβια και παροδική.
Καμία «σαμαρική» προφητεία δεν ακούστηκε τόσο συχνά όσο η περιβόητη «έξοδος στις αγορές». Αποτέλεσε συχνή επαγγελία του πρωθυπουργού, ενώ μάλιστα αποτέλεσε και το πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα του Αντώνη Σαμαρά για το 2014 – όχι πια ως υπόσχεση, αλλά ως άμεσα επικείμενο γεγονός. Στις ευχές του ισχυριζόταν πως «Δεν ζητάμε πια δανεικά. Καταφέραμε αυτό που είναι αυτονόητο, να καλύπτουμε τις ανάγκες μας και αυτό με το πρωτογενές πλεόνασμα. Κάναμε το πρώτο βήμα για να σταθούμε στα πόδια μας, βάλαμε τέλος στον φαύλο κύκλο της ύφεσης και το 2014 ανατέλλει με προοπτικές ανάκαμψης και ανάπτυξης». Όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε σήμερα, η αισιοδοξία του πρωθυπουργού δεν βασιζόταν σε κάποιο πραγματικό δεδομένο. Περισσότερο είχε να κάνει μάλλον με τις επικείμενες ευρωεκλογές, που θα αποτελούσαν την πρώτη μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ επί της κυβέρνησής του. Για τις δικές του πρωτοχρονιάτικες ευχές στην Ελλάδα, ο επενδυτικός όμιλος διαχείρισης ομολόγων Pimco, με 1,5 τρισ. ευρώ επενδεδυμένα σε κρατικά ομόλογα παγκοσμίως, είχε στις 3 Ιανουαρίου ένα άμεσο «άδειασμα» προς τον Αντώνη Σαμαρά, δηλώνοντας πλήρως απρόθυμος να αγοράσει ελληνικά ομόλογα και εκτιμώντας ότι θα ήταν αδύνατο να αποφύγει η χώρα τον δανεισμό από τον ευρωπαϊκό ESM – τα επιτόκια του οποίου κυμαίνονταν στο 1/4 αυτών των ελληνικών ομολόγων. Η Pimco θα έπεφτε, βέβαια, μερικώς έξω• η Ελλάδα κατάφερε να πουλήσει τον Απρίλιο του 2014 ένα 5ετές ομόλογο αξίας 3 δισ. ευρώ, πράγμα που παρουσιάστηκε από το πλήθος των ΜΜΕ ως συντελεσμένη επιστροφή στις αγορές, παρότι δεν είχε συνέχεια, δεν επιδιόρθωσε την οικονομία και δεν έσωσε την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά από την ήττα της στις ευρωεκλογές. Όταν, δε, έφτασε στη διάλυση της κυβέρνησής του τις παραμονές της ήττας, είχε βρει ένα νέο ψέμα πολιτικής επιβίωσης –το οποίο δεν θα παραδεχόταν ποτέ.
You ’ve got mail
Μέχρι σήμερα, η πανάκεια του περιβόητου e-mail Χαρδούβελη προπαγανδίζεται από πλήθος αντιπολιτευόμενων ενάντια στους κυβερνητικούς χειρισμούς – ιδίως αυτούς της πρώτης περιόδου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. Με μια προσεκτική ματιά, το e-mail του δεύτερου υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά θα παρέτεινε και θα εμβάθυνε σε μια προϋπάρχουσα κατάσταση. Αυτό δεν εμπόδισε την τότε κυβέρνηση -στα στερνά της- να το ασπαστεί και να το προπαγανδίσει. Τo e-mail αποτέλεσε το μοναδικό κατάλοιπο αντιπολίτευσης, με τις προβλέψεις του να υπερβαίνουν τις αντοχές και των πιο φίλα διακείμενων προς τη Νέα Δημοκρατία.
Τη στιγμή που άρχισε να παίζει το χαρτί του e-mail Χαρδούβελη, το παιχνίδι ήταν πρακτικά χαμένο. Η πολιτική του ήττα στις ευρωεκλογές άφησε πίσω μια ξέπνοη κυβέρνηση, που αδυνατούσε να εξασφαλίσει ακόμα και στοιχειώδεις συναινέσεις. Μέχρι και η πλευρά των δανειστών είχε πια αποσύρει την εμπιστοσύνη της στην κυβέρνηση Σαμαρά. Αυτό, βέβαια, δεν εμπόδισε τον τότε πρωθυπουργό να συμπεριφέρεται σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Τη στιγμή που αποτύγχανε να εκλέξει τον Σταύρο Δήμα στην Προεδρία της Δημοκρατίας, το σκληρό δεξιό ακροατήριό του ήταν απασχολημένο με το να προσπαθεί να βρει σε ποιες από όλες τις διακηρύξεις των Ζαππείων είχε τελικά επιμείνει ο Αντώνης Σαμαράς – ο άνθρωπος που προσπαθούσε συνεχώς να πείσει μια ολόκληρη κοινωνία ότι ο Τιτανικός έπλεε σε λιακάδα με ούριο άνεμο, τη στιγμή που είχαν ήδη εξαντληθεί οι σωσίβιες λέμβοι.