Το πρόσφατο γεγονός του θανάτου μαθητή από αδέσποτη σφαίρα στο Μενίδι, προκαλώντας μια συντονισμένη  επίθεση στον πληθυσμό των Ρομά της περιοχής, που αγγίζει τα όρια του πογκρόμ, επαναφέρει στη δημοσιότητα ένα μείζον θέμα: αυτό της θέσης της μειονότητας των Ρομά στην ελληνική κοινωνία, της αντιμετώπισής της από το κράτος και της ακόμη και σήμερα αδυνατότητας, αν όχι και απροθυμίας, ενσωμάτωσής της με τρόπο που να μην προσβάλλει τις ιδιαιτερότητές της.

Η μακρά πορεία των Ρομά ανά τον κόσμο συνοδεύεται από μια σειρά περιορισμών: εκπαιδευτικών, οικιστικών, επαγγελματικών και, εντέλει, δικαιωματικών. Θεωρούμενοι ως εκτός της κατεστημένης κοινωνίας,  ωθούνται προς περιθωριακές δραστηριότητες, ενώ οι λίγοι που διαφεύγουν από τον φαύλο κύκλο της περιθωριοποίησης ενσωματώνονται στο κατεστημένο σύστημα ως αυτοί που θα πειθαρχήσουν τους υπόλοιπους – ειδάλλως, γίνονται αντικείμενο έντονων προσωπικών επιθέσεων.

Παράλληλα, δεν λείπουν τα εκτεταμένα πογκρόμ.

«Εκπορευόμενα» τόσο από το κράτος όσο και από παρακρατικές  ομάδες και εγκληματικές  συμμορίες, με τελευταία τη Χρυσή Αυγή, τα πογκρόμ αυτά σκοπό έχουν να ολοκληρώσουν την αφομοιωτική δράση της «διαφωτισμένης» βίας. Συνοδεύονται, δε, και από την εικόνα του Τσιγγάνου-διασκεδαστή, όπως αφομοιώνεται  από τις πολιτιστικές κατασκευές της κυρίαρχης  ποπ κουλτούρας.

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι προσπάθειες των Ρομά μέσω οργανώσεων να δείξουν πως υπάρχουν και οι «άλλοι Ρομά», που δεν είναι απλώς παραγωγή της παρωχημένης κουλτούρας του αντιδυτικισμού, μοιάζουν -και είναι- κολοσσιαίες.